pf. part. Pass. of ἕννυμι and ἵημι.
v. ἕννυμι, ἵημι.
εἱμένος: μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ ἕννυμι.
part. pf. Pass. de ἕννυμι;part. pf. Pass. de ἵημι.
see ἕννυ^μι.
εἱμένος: μτχ. Παθ. παρακ. του ἕννυμι.
εἱμένος: part. pf. pass. к ἕννυμι.