φειδωλῶς
From LSJ
Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
(see also: φειδωλός) frugally, stingily
φειδωλῶς: бережливо, на небольшие средства (τεθραμμένος Plat.).