αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
Source
French (Bailly abrégé)
pl. de ἰθύθριξ.
Greek (Liddell-Scott)
ἰθύτρῐχες: οἱ, αἱ, πληθ. τοῦ ἰθύτριξ.
Greek Monotonic
ἰθύτρῐχες: πληθ. του ἰθύθριξ.
Russian (Dvoretsky)
ἰθύτρῐχες: pl. к ἰθύθριξ.