Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit
ao. de προπέμπω.
προὔπεμψα: стяж. aor. к προπέμπω.
προὔπεμψα: ἀντὶ προέπεμψα, Ὄμηρ.
προὔπεμψα: συνηρ. αντί προ-έπεμψα.