διακαλλωπίζω
From LSJ
Φίλων τρόπους γίνωσκε, μὴ μίσει δ' ὅλως → Mores amici noveris, non oderis → Erkenne, hasse nicht schlechthin der Freunde Art
Φίλων τρόπους γίνωσκε, μὴ μίσει δ' ὅλως → Mores amici noveris, non oderis → Erkenne, hasse nicht schlechthin der Freunde Art
Full diacritics: διακαλλωπίζω | Medium diacritics: διακαλλωπίζω | Low diacritics: διακαλλωπίζω | Capitals: ΔΙΑΚΑΛΛΩΠΙΖΩ |
Transliteration A: diakallōpízō | Transliteration B: diakallōpizō | Transliteration C: diakallopizo | Beta Code: diakallwpi/zw |
adorn, Hsch. s.v. πρῷρα (Pass.).
adornar en v. pas. στολὴ διακεκαλλωπισμένη τὰς ὄψεις Hsch.s.u. πρῷρα.
διακαλλωπίζω: καθ’ ὑπερβολὴν καλλωπίζω, Ἡσύχ.