ἀντιπεριποιέομαι
English (LSJ)
express reciprocal action, of certain verbs, A.D.Synt.429.3.
Spanish (DGE)
1 gram. expresar una acción recíproca de algunos verb. que rigen dat., A.D.Synt.299.6, 8.
2 mantener Hsch.s.u. ἀρνύμενος.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπεριποιέομαι: ἀποθ., ἐπὶ ῥημάτων τινῶν, δηλῶ ἀμοιβαίαν ἐνέργειαν, Ἀπόλλων. περὶ Συντάξ. 299: - Ἐπιθ., -ητικός, ή, όν, «ἔτι τὰ ἀντιπεριποιητικὰ ῥήματα, οἷον ἀντιλέγω, ἀμφισβητῶ» Βαχμ. ἀνέκδ. τ. 2, σ. 291. 5.