τὰ ἐν τῷ σώματι ἀποκρινόμενα → bodily secretions
γναπτός: -ή, -όν, ἀδόκιμον, ἀντὶ τοῦ γναμπτός, Ἡσύχ.
-ή, -όνβλ. γναφτός.
aufgekratzt, gewalkt, s. κναπτός.