ή, όν, second, τὸ δ. (sc. μόριον) answering the question ποστημόριον, i.e. half, Sch.E.Hec.32.
δυοστός: -ή, -όν, δεύτερος· κατὰ τὸ πολλοστός, ὀλιγοστός, μυριοστός, Σχόλ. Εὐρ. Ἑκ. 32.