περιπάττω
From LSJ
γέλως τὰ σεμνὰ τοῦ βίου τοῖς σώφροσιν → pompous things in life make men of sound mind laugh (Menander)
γέλως τὰ σεμνὰ τοῦ βίου τοῖς σώφροσιν → pompous things in life make men of sound mind laugh (Menander)
att. = περιπάσσω.
περιπάττω: атт. = περιπάσσω.
περιπάττω: Ἀττ. ἀντὶ περιπάσσῳ.
Α
(αττ. τ.) βλ. περιπάσσω.
περι-πάττω, Ion. περίπασσω rondom besprenkelen.