ἀκοινωνία

Revision as of 13:00, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")

English (LSJ)

ἡ, unsociableness, Pl.Ep.318e.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 insociabilidad Pl.Ep.318e.
2 excomunión Thdr.Lect.HE M.86.189A.

German (Pape)

ἡ, Zwietracht, Plat. Ep. 3.318e.

Russian (Dvoretsky)

ἀκοινωνία:необщительность или неприязнь Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκοινωνία: ἡ, ἡ μὴ κοινωνικότης, διχόνοια, Ἐπιστ. Πλάτ. 318Ε.

Greek Monolingual

ἀκοινωνία, η (Α) κοινωνία
έλλειψη κοινωνικότητας.