ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγή → deceit of gods by humans
πατροτροφέω, Μτρέφω τον πατέρα μου.[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + -τροφῶ (< -τρόφος < τρέφω), πρβλ. θηριο-τροφώ].