Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.
λογχέα, ἡ (Μ)
τρύπημα με λόγχη, λογχισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λόγχη + κατάλ. -έα (πρβλ. λαβωματέα)].