μεγάλα ταῖς ἐλπίσι περινοέω → cherish great anticipations, form great projects
και ξεστομώ, ξεστομάω(συν. σχετικά με απρεπή λόγια) βγάζω από το στόμα μου, εκστομίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἐκ-στομίζω (αόρ. ἐξ-εστόμισα) βλ. λ. ξ(ε)-].