πανδίος
From LSJ
οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it
Greek Monolingual
-ον, θηλ. και πανδῑα, Α
1. ο εντελώς θεϊκός, ο θειότατος
2. το θηλ. προσωνυμία της σελήνης
3. φρ. «πανδῖος ρίζα» — το φυτό χελιδόνιον το μέγα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + δῖος»θεϊκός»].