lapidar
From LSJ
κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation
Spanish > Greek
καταλεύειν, καταλεύω, καταλιθοῦν, καταλιθόω, λεύειν, λεύω, λιθάζω, λιθοβολέω, λιθοβολῶ, λιθοκοπέω, λιθοκοπῶ, λιθολευστέω, λιθολευστῶ, πετροβολέω, πετροβολῶ