ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends
[Seite 218] ὁ, Mäusedreck, Sp.
μυόκοπρος: ὁ, κόπρος ποντικιῶν, μεταγεν.