Χαρώνειος

From LSJ
Revision as of 10:53, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_17)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τοὐλεύθερον γὰρ ὄνομα παντὸς ἄξιον → the titlefree' is worth everything

Source

Greek (Liddell-Scott)

Χᾰρώνειος: -ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Χάρωνα, πρόσωπον Τζέτζ. εἰς Ἰλ. 93. 5· ἐντεῦθεν, 1) Χ. θύρα, δι’ ἧς οἱ κατάδικοι ἤγοντο εἰς τὸν θάνατον, Σουΐδ., Παροιμιογρ.· ὡσαύτως Χαρώνειον, τό, Πολυδ. Η΄, 102, Ἡσύχ. ἔνθα: «Χαρώνειον· θύρα μία τοῦ νομοφυλακίου δι’ ἧς οἱ κατάδικοι τὴν ἐπὶ θανάτου ἐξήγοντο» (ἔνθα φέρεται Χαρώνιον). 2) Χ. κλῖμαξ, κλῖμαξ ἐν τῷ θεάτρῳ φέρουσα εἰς τὴν σκηνὴν ἐκ τοῦ ὑπ’ αὐτὴν χώρου, οἱονεὶ ἐκ τοῦ κάτω κόσμου, δι’ ἧς ἀνήρχοντο τὰ φαντάσματα, Πολυδ. Δ΄, 132, πρβλ. Herm. Opusc. 6. 2, 133. 3) Χ. βάραθρα, σπήλαια πλήρη ὑπογείων ἀναθυμιάσεων, ὡς τὸ Grotto del Cane παρὰ τὴν Νεάπολιν· τοιοῦτοι τόποι ἐθεωροῦντο ὡς εἴσοδοι ἄγουσαι εἰς τὸν κάτω κόσμον, Στράβ. 579, Διογέν. Λαέρτ. 7. 123· Χ. σπήλαιον, ἄντρον Στράβ. 636, 649· πρβλ. Πλουτώνιος, καὶ ἰδὲ Foës. Oec. Hipp.