φορητέος
From LSJ
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
English (LSJ)
έα, έον,
A bearable, κακά Procop.Goth.23.
Greek (Liddell-Scott)
φορητέος: έα, έον, ὃν δεῖ φορεῖν, Κλήμ. Ἀλεξ. 288.