κακομορφία
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
English (LSJ)
ἡ,
A ill shape, ugliness, Gloss.; gloss on δυσχλαινία, Sch.E.Hec.240.
Greek (Liddell-Scott)
κακομορφία: ἡ, κακὴ μορφή, ἀσχημία, Γλωσσ.
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
Full diacritics: κᾰκομορφία | Medium diacritics: κακομορφία | Low diacritics: κακομορφία | Capitals: ΚΑΚΟΜΟΡΦΙΑ |
Transliteration A: kakomorphía | Transliteration B: kakomorphia | Transliteration C: kakomorfia | Beta Code: kakomorfi/a |
ἡ,
A ill shape, ugliness, Gloss.; gloss on δυσχλαινία, Sch.E.Hec.240.
κακομορφία: ἡ, κακὴ μορφή, ἀσχημία, Γλωσσ.