περιδώμεθον
From LSJ
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
Greek (Liddell-Scott)
περιδώμεθον: ἴδε ἐν λ. περιδίδωμι.
French (Bailly abrégé)
ao.2 duel de περιδίδομαι.
English (Autenrieth)
see περιδίδωμι.
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
περιδώμεθον: ἴδε ἐν λ. περιδίδωμι.
ao.2 duel de περιδίδομαι.
see περιδίδωμι.