Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
ιδοςadj. f;c. Μαγνητικός ; Μαγνῆτις λίθος, aimant.Étymologie: v. Μάγνης.
f. adj., 1 of Magnesia in Thessaly. ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν (P. 2.45)