ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
[Seite 10] ές, Engeln ähnlich, Hp.
ἀγγελοειδής: -ές, ὁ, ὡς ἄγγελος, Ἰω. Χρυσ.
-έςangélico Gr.Nyss.M.46.840A, Dion.Ar.CH 2.5, DN 6.2.