διακομιστής

From LSJ
Revision as of 11:59, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_11)

Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχηFortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück

Menander, Monostichoi, 428

German (Pape)

[Seite 582] ὁ, der Ueberbringer, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

διακομιστής: -οῦ, ὁ, ὁ μεταφέρων, μεταβιβάζων, ἐπιστολῶν Συνέσ. 1345Β (Migne).

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
portador γραμμάτων Synes.Ep.8, 13, cf. 69, Cyr.Al.Ep. en ACO 1.1.4 (p.20.23), τῶν παρὰ Θεοῦ νόμων Cyr.Al.M.69.497B, ἱερῶν κηρυγμάτων Cyr.Al.M.69.1061B, τῆς δάφνης anón. en St.Byz.s.u. Δειπνιάς.