ἀτρεής
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
ές,
A = ἄτρεστος: acc. ἀτρέα for ἀτρεέα, Euph.125; also, not to be feared, pl., ἀτρεῖες (for ἀτρεέες) ἀνάγκαι IG14.1389ii 18.
Spanish (DGE)
-ές
• Morfología: [ac. sg. ἀτρέα Euph.161; nom. plu. ἀτρεῖ<ε>ς Marc.Sid. en IUrb.Rom.1155.77]
intrépido ἀτρέα δῆμον Ἀθηνῶν Euph.l.c.
•que no retrocede, implacable ἐπὶ οὐ μοιρέων ἀτρεῖ<ε>ς ἀνάγκαι Marc.Sid.l.c.
• Etimología: v. ἄτρεστος.