προσαρτάω
τίς Ἑλλὰς ἢ βάρβαρος ἢ τῶν προπάροιθ' εὐγενετᾶν ἕτερος ἔτλα κακῶν τοσῶνδ' αἵματος ἁμερίου τοιάδ' ἄχεα φανερά → what woman Greek or foreign or what other scion of ancient nobility has endured of mortal bloodshed's woes so many, such manifest pains
English (LSJ)
A fasten or attach to, μόλυβδον πρὸς τοῖς ὀϊστοῖς Arist. HA616a11; [κυνὶ] κώδωνα Babr.104.2: metaph., append, πολλὰ τῇ στρατηγίᾳ Plb.9.20.5; attach, ἑνὶ π. ἑαυτούς Arr.Epict.1.1.14:—Pass., to be fastened or attached to, τῷ ὀστέῳ Hp.Fract.11; πρὸς τῇσι πλευρῇσι Id.Art.13; τῇ μήτρᾳ Porph.Gaur.15.1; κατά τι by... Arist. HA550a20; δεσμοῖς πρός τι Plb.3.46.8; δεσμά τινα ταῦτα προσηρτήμεθα Arr.Epict.1.9.11: abs., π. ὁ καρπός Thphr.CP5.4.2: Gramm., of the article, A.D.Synt.58.16. 2 metaph. in Pass., belong to, ὅσοις νοῦ καὶ σμικρὸν προσήρτηται Pl.Phlb.58a; προσηρτημένον τῷ καλῷ τὸ ἀγαθόν X.Oec.6.15; λῆμμα προσηρτημένον πρὸς οἷς ἐγὼ πεπολίτευμαι D.5.12; ἡδονῇ προσηρτημένοι devoted to . ., Luc.Nec.5; Τιμολέοντα ὥσπερ ἐκ κρασπέδου . . τῇ Σικελίᾳ π. hanging on, Plu.Tim.11; μειρακίοις Id.Pomp.46, cf. M.Ant.12.3, etc.