creador de imágenes
From LSJ
τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas
Spanish > Greek
εἰκονοποιός, εἰκονοκτίστης, εἰδωλοποιητής, εἰδωλοκτίστης, εἰκαστικός, εἰκονογράφος, εἰδωλοποιός