ψαρόκολλα
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
Greek Monolingual
η, Ν
1. ιχθυόκολλα
2. (γενικά) ζωική κόλλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψάρι (Ι) + κόλλα.