Λευκάδιοι
From LSJ
Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) :
les habitants de Leucade.
Étymologie: Λευκάς.
Russian (Dvoretsky)
Λευκάδιοι: οἱ левкадийцы, жители Левкады Her., Thuc. etc.