Μυτιληνιός
From LSJ
Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch
Greek Monolingual
ο, θηλ. Μυτιληνιά και Μυτιληναίος, θηλ. Μυτιληναία (ΑΜ Μυτιληναίος) Μυτιλήνη
αυτός που κατάγεται από τη Μυτιλήνη ή ο κάτοικος της Μυτιλήνης.