Ολυμπιάς

From LSJ

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348

Greek Monolingual

Ὀλυμπιάς, -άδος, ἡ (Α) Όλυμπος
1. προσωνυμία τών Μουσών, τών Χαρίτων και τών Νυμφών του Ολύμπου
2. προσωνυμία θεάς που κατοικεί στον Όλυμπο.