ἄμεικτον ἑαυτοῖς καταστῆσαι → refuse to admit him to their society
ἄβατον, το (Α) βαίνωτμήμα του ναού ή τόπος ιερός, όπου δεν επιτρεπόταν η είσοδος παρά μόνο στους ιερείς.