σκῆπτρον χρυσείοις ἥλοισι πεπαρμένον → sceptre pierced with golden studs, staff studded with golden nails
και –φτος, -η, -ο (ἄγραπτος, -ον) γράφωαυτός που δεν γράφτηκε, ο άγραφοςνέολλ. αυτός που δεν έγραψε.