αγαλματουργός
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
Greek Monolingual
ἀγαλματουργός, ο (Α)
ο αγαλματοποιός.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἄγαλμα + -ουργὸς < ἔργον.