αγανοϋφαίνω

From LSJ

Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel

Source

Greek Monolingual

υφαίνω αραιά, χαλαρά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγανά + υφαίνω].