αγγελοπρόσωπος

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει αγγελικό πρόσωπο, που είναι πολύ όμορφος.