αγγουρότοπος

From LSJ

ἄδικον ἦν πλοῦτον ἔχειν παρὰ νόμον → it is unjust to have money against the law

Source

Greek Monolingual

ο
τόπος παραγωγής αγγουριών.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγγούρι + τόπος.