Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αγιογράφος

From LSJ

Χωρὶς γυναικὸς ἀνδρὶ κακὸν οὐ γίγνεται → Non ullum sine muliere fit malum viro → Kein Unglück widerfährt dem Mann, der ledig bleibt

Menander, Monostichoi, 541

Greek Monolingual

ο
αυτός που ζωγραφίζει εικόνες αγίων ή απεικονίζει χριστιανικά θέματα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άγιος + γράφω.