αιγοπρόσωπος

From LSJ

ἔστ' ἦμαρ ὅτε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καὶ ες αεί ἔσσεται → the time will come when Apollo will return to stay forever

Source

Greek Monolingual

αἰγοπρόσωπος, -ον (Α)
αυτός που έχει πρόσωπο κατσίκας.