ακανθοφυώ

From LSJ

τυφὼς γὰρ ἐκβαίνειν παρασκευάζεται → a hurricane is getting ready to burst

Source

Greek Monolingual

ἀκανθοφυῶ (-έω) (Α)
ακανθοφορώ.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀκανθοφυὴς < ἄκανθα + φύω].