ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
και αχτινωτός και αχτιδωτός, -ή, -ό (Α ἀκτινωτός, -ή, -όν) ἀκτίςαυτός που έχει ακτίνες, ο ακτινοειδής.