αλαργοξορίζω

From LSJ

ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone

Source

Greek Monolingual

στέλνω σε μακρινό μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλάργα + εξορίζω].