στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound
και –ας, οο έμπορος αλατιού.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλάτι + έμπορος].