αλεποτόμαρο

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source

Greek Monolingual

το
τομάρι αλεπούς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεπού + τομάρι].