οὐ τῷ πλήθει ἀλλὰ τῷ ἀξιώματι → not in numbers but in quality
και αλουπός, οη αλεπού.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αρχ. επίθ. ἀλωπός «όμοιος με αλεπού» — η λ. ως ουσιαστ.. με τη σημασία «αλεπού», απαντά ήδη στον Ηρωδιανό.ΠΑΡ. νεοελλ. αλέπας, αλέπι, αλεποσύνη].