αλφαβητάριο
From LSJ
Ὑπὸ γὰρ λόγων ὁ νοῦς μετεωρίζεται ἐπαίρεταί τ' ἄνθρωπος → Borne up by words, the mind soars aloft, and we reach the heights (Aristophanes, Birds 1447f.)
Greek Monolingual
και -άρι, το (Μ ἀλφαβητάριον και -άριν) ἀλφάβητος
νεοελλ.
1. το πρώτο αναγνωστικό βιβλίο, με το οποίο τα παιδιά διδάσκονται τα γράμματα και τον συλλαβισμό, αναγνωστικό, αναγνωσματάρι
2. η αλφάβητος
μσν.
αλφαβητικό ακρόστιχο, ακροστιχίδα.