ἡ τῆς παιδογονίας συνουσία → sexual intercourse for the purpose of bearing children
το
το αλώνι και (γενικά) κάθε τόπος που μπορεί να γίνει αλώνι
νεοελλ.
στον πληθ. τα αλωνοτόπια
τοποθεσία όπου υπάρχουν πολλά αλώνια.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < μσν. ἁλωνοτόπιον < ἁλώνι(ον) + τόπιον, υποκορ. του ουσ. τόπος.