αλωνότοπος

From LSJ

Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν γίγνου φίλος → Amicus esto fidus in fidum hospitem → Erweise treuen Fremden dich als treuer Freund

Menander, Monostichoi, 390

Greek Monolingual

ο
το αλωνοτόπι.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλώνι + τόπος.