Λίαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φίλον → Amans sui ipse nimis amicu'st nemini → Wer allzu sehr sich selbst liebt, findet keinen Freund
ἀμερσίγαμος, -ον (Α)αυτός που αποστερεί κάποιον από τον δεσμό του γάμου.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμέρδω + -γάμος < γάμος.