Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αμπελόβιος

From LSJ

Ἐν γὰρ γυναιξὶ πίστιν οὐκ ἔξεστ' ἰδεῖν → Vix feminarum in genere reperies fidem → Bei Frauen lässt sich Treue nämlich nicht erspäh'n

Menander, Monostichoi, 161

Greek Monolingual

-ια, -ιο
1. (για πτηνά, Έντομα κ.λπ.) αυτός που ζει στα αμπέλια
2. αυτός που αποζεί από τα αμπέλια.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμπελος + βίος.