πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went
ἀμπλάκημα, το (Α)σφάλμα, πλάνη, αμάρτημα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμπλακεῖν (απαρέμφατο αορ. β' του μτγν. ἀμπλακίσκω)].